Page 15 - 1η ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1955
P. 15
Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ΦώτηΒαρέλη
Εψές πουρνό μεσάνυχτα στης φυλακής τη μάντρα
μες της κρεμάλας τη θηλειά σπαρτάραγε ο Βαγόρας.
Σπαρτάραγε, ξεψύχησε, δεν τάκουσε κανένας.
Η μάνα του ήταν μακριά κι ο κύρης του δεμένος.
Η νια που τον ωρμήνευε δεν είδε νυχτοπούλι.
Κι ούλοι οι συμμαθητάδες του μαύρο όνειρο δεν είδαν.
Εψές πουρνό μεσάνυχτα θάψαν τον Ευαγόρα.
Σήμερα Σάββατο ταχειά, όλη η ζωή σαν πρώτα.
Εκείνος πάει στο μαγαζί, ετούτος πάει στον κάμπον.
Ψηλώνει ο κτίστης εκκλησιά, πανί απλώνει ο ναύτης
και στο σχολειόν ο μαθητής συλλογισμένος πάει.
Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη ένας ένας
Μπαίνει κι η πρώτη η άτακτη κι η τρίτη που διαβάζει·
μπαίνει κι η πέμπτη αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.
15